Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό <Μετάδοση Ισχύος> Σελ 40

 

Στην Ελλάδα, η εικόνα του τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία είναι ζοφερή. Τα στοιχεία της πραγματικότητας, που δυστυχώς συνεχίζει να χειροτερεύει, είναι αποκαρδιωτικά. Το βέβαιο όμως είναι ότι υπάρχουν απλές και χωρίς κόστος λύσεις για τη διασφάλιση της ζωής, της υγείας και της περιουσίας εργαζομένων και εργοδοτών .

Ας μην ξεχνάμε ότι η συμβολή του τομέα της “ασφάλειας και της υγείας” της εργασίας στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας είναι σημαντική.

Πολλοί στις μέρες μας αναρωτιούνται γιατί πρέπει να δώσουμε σημασία στην ασφάλεια και υγεία στην εργασία σε περίοδο κρίσης και υποστηρίζουν ότι δεν έχει αξία να ασχολούμαστε με ζητήματα που δεν φέρνουν άμεσα οικονομικά ποτελέσματα στην επιχείρηση. «Η ανασφάλεια είναι που τρώει εργαζόμενους και εργοδότες», λένε χαρακτηριστικά.

Το παρόν άρθρο στόχο έχει να ανατρέψει την παραπάνω εκτίμηση, διότι το οικονομικό κόστος από την έλλειψη των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας και υγείας την εργασία είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Προφανώς δεν πρόκειται δεν αναφερθούμε στο κόστος της ζωής και της υγείας, γιατί δεν υπολογίζονται σε χρήματα.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι υπάρχουν λύσεις στο πρόβλημα που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά αυτές δεν προκύπτουν από μηχανισμούς επιβολής/καταστολής, αν και οι σχετικοί μηχανισμοί δεν θα πάψουν να υπάρχουν.

Ας ξεκινήσουμε όμως πρώτα από τα στοιχεία, που είναι εξόχως αποκαλυπτικά. Ο ρυθμός αύξησης των εργατικών ατυχημάτων της τελευταίας τριετίας είναι κατά μέσο όρο 8 έως 10% ετησίως, ενώ το κόστος των εργατικών ατυχημάτων, σύμφωνα με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας του Ο.Η.Ε., αντιστοιχεί στο 4% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).

Με άλλα λόγια, για τη χώρα μας στην οποία το ΑΕΠ φτάνει τα 160 δισ., το κόστος των εργατικών ατυχημάτων φτάνει στα 6,4 δισ. ανά έτος.

Κατανοούμε λοιπόν γιατί είναι αναγκαίο να εστιάσουμε την προσοχή μας στη μείωση του ποσού αυτού, που αν και αφανές συνιστά αφαίμαξη της εθνικής οικονομίας.

Το ζητούμενο λοιπόν δεν μπορεί παρά να είναι η μείωση των εργατικών ατυχημάτων. Για αρχή θα ήταν σκόπιμο να τεθεί ένας ρεαλιστικός στόχος που θα προβλέπει μείωσή τους κατά 25% έως 30%. Χαρακτηρίζω το στόχο αυτό «ρεαλιστικό», καθώς θα «ρίξει» τον αριθμό των εργατικών ατυχημάτων στα νούμερα του 2014 – 2015 και θα επιφέρει ετήσια εξοικονόμηση 1,6 δισ. (6,4 δισ. x 25%)!.

Διαπιστώσεις

Αυτό που πρέπει να γίνει αρχικά είναι να αποκτήσουμε πλήρη γνώση της ατάστασης που επικρατεί στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, και οι κρίσιμες διαπιστώσεις συνοψίζονται στα παρακάτω:

Α) Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εκεί όπου ουσιαστικά προκαλείται το 90% των εργατικών ατυχημάτων, η νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα να αντικατασταθεί ο τεχνικός ασφάλειας από τον εργοδότη, εφόσον παρακολουθήσει ένα μικρό σεμινάριο.

Β) Με βάση τα ισχύοντα, τεχνικός ασφαλείας μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε άσχετος, αρκεί να έχει ένα πτυχίο τεχνικής κατεύθυνσης.

Γ) Οι επιχειρήσεις του Δημοσίου δεν έχουν εσωτερικές υπηρεσίες ασφαλείας και υγείας, ενώ οι διαγωνισμοί για συνεργασία με εξωτερικούς παρόχους γίνονται με μοναδικό κριτήριο το οικονομικό κόστος.

Δ) Στην περίπτωση ατυχήματος, ο τεχνικός ασφάλειας αντιμετωπίζεται από τη δικαιοσύνη όπως ο εργοδότης. Επιφορτίζεται δηλαδή με την αντικειμενική ευθύνη, και ως εκ τούτου βαρύνεται με ποινές που είναι βαρύτατες.

Ενδεδειγμένες λύσεις

Α) Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, ενδείκνυται η υποχρεωτική επίσκεψη επαγγελματία τεχνικού ασφαλείας δύο φορές ετησίως στις επιχειρήσεις όπου τον τεχνικό ασφάλειας αντικαθιστά ο εργοδότης. Και πρέπει να υπενθυμήσουμε ότι σε τέτοιες επιχειρήσεις απασχολείται πάνω από το 50% των εργαζομένων.

Β) Ο επαγγελματίας τεχνικός ασφαλείας θα πρέπει να πραγματοποιεί ενδελεχή έλεγχο και να κάνει σχετικές υποδείξεις, ενώ για την άσκηση του λειτουργήματός του θα πρέπει επιτέλους να θεσμοθετηθεί και η πιστοποίησή του.

Γ) Θα πρέπει επιτέλους να υπάρξει νομική διευκρίνηση ότι ο τεχνικός ασφάλειας είναι σύμβουλος στην επιχείρηση, και ως εκ τούτου τον βαρύνει μόνο η ευθύνη για τις συμβουλές του, με διαχωρισμό από την αρχή ευθύνης του εργοδότη.

Δ) Σκόπιμο είναι επίσης να δημιουργηθούν εσωτερικές επιτροπές υγείας και ασφάλειας στην Εργασία στις επιχειρήσεις, ενώ στους διαγωνισμούς του Δημοσίου για την παροχή των παραπάνω υπηρεσιών από εξωτερικούς παρόχους θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και ποιοτικά κριτήρια και όχι μόνο η χαμηλή τιμή..    Το ζητούμενο είναι όλες οι επιχειρήσεις του Δημοσίου να παρέχουν στους εργαζόμενους τους υπηρεσίες ασφάλειας και υγείας στην εργασία, και θα έπρεπε το Δημόσιο να αποτελεί το μοντέλο εφαρμογής της νομοθεσίας και για τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.

Ε) Οι ειδικοί της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία θα πρέπει να συμμετέχουν και στα όργανα λήψης αποφάσεων του Δημοσίου.

Οι παραπάνω προτάσεις καλύπτουν πλήρως τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης βάσει του προγράμματος REFIT «Νομοθεσία κατάλληλη για την ανάπτυξη», που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2013 μετά από εισήγηση του τότε προέδρου

της Κομισιόν Μανουέλ Μπαρόζο.

Μάλιστα, η εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων δεν συνεπάγεται βάρη για τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ για τον ιδιωτικό τομέα θεωρείται βέβαιο ότι τα οποιαδήποτε μέτρα ληφθούν θα έχουν ανταποδοτικά οφέλη, με κυριότερο τη μείωση των εργατικών ατυχημάτων κατά 25%, στα επίπεδα δηλαδή του 2014.

Αθήνα 25/4/18

Χατζηδημητράκης Παν (Πρόεδρος Σ.Τ.Α.Ε.)